Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015

Και η ζωή πάντα θα συνεχίζεται… είτε με παρουσίες είτε με απουσίες.



Άνθρωποι έρχονται άνθρωποι φεύγουν… η καρδιά πάντα θα έχει αφίξεις και αποχαιρετισμούς… Έτσι είναι η ζωή ψυχή μου! Μια παρουσία κάποτε θα έρθει η στιγμή να γίνει απουσία…  Και τότε έρχεται εκείνη η στιγμή που πρέπει να μάθεις να το αντιμετωπίζεις! Η ζωή είναι ένα ταξίδι… όπως σε ένα ταξίδι γνωρίζεις πολλούς ανθρώπους έτσι και στη ζωή θα συναντήσεις ανθρώπους και μάλιστα τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους που θα μείνεις άναυδος μπροστά σ’ αυτό το θαύμα… το μεγαλείο μιας ψυχής! Μη φοβηθείς να τους υποδεχτείς στη ζωή σου! Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο! 

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015


Χαμένη  από τον δρόμο μου… καρδιά μου

Νιώθω χαμένη, ατέρμονη ψυχή μου! Πονάω… Μια ακατανόητη αίσθηση… Νιώθω πολύ περίεργα… δεν μπορώ να ησυχάσω μέσα μου. Είναι όπως όταν τελειώνουν οι διακοπές και πρέπει επιστρέψεις στη δουλειά, το σχολείο… όπως όταν σε πιάνουν τα υπαρξιακά σου… όπως όταν σκέφτεσαι πως τελικά παρότι δεν μπορείς να το φανταστείς, μεγαλώνεις… όταν φοβάσαι να κάνεις το επόμενο βήμα… όταν νιώθεις χαμένος μέσα σου… μπερδεμένος… όταν κάτι σου φταίει αλλά δεν μπορείς να εντοπίσεις τι είναι αυτό… όταν χάνεις κάτι που για σένα είχε συναισθηματική σημασία… όπως όταν λες αντίο σε έναν φίλο που θα κάνεις να τον δεις πάλι χρόνια… όπως όταν ακούς ένα λυπητερό τραγούδι… όπως όταν κάτι ωραίο φεύγει και δεν θα ξανάρθει ποτέ… όπως όταν βλέπεις φωτογραφίες που έχουν γίνει αναμνήσεις πλέον… όπως όταν κοιτάς ψηλά και δεν έχει φεγγάρι… όπως όταν συνειδητοποιείς πια πως ο άνθρωπός σου έφυγε… και δεν θα ξανά γυρίσει ποτέ πια… έτσι!
 
 

Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

Σεπτέμβρης και πάλι ... φθινόπωρο...
η εποχή μου, η αγάπη μου, η μυρωδιά μου,
η συνήθειά μου,η ζάλη μου, η ανάσα μου... 
η ζωή μου όλη ένα φθινόπωρο! 



Από τη συλλογή “Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα” 
του Τ. Λειβαδίτη

Συνηθίζω να διαβάζω ένα κείμενο μια-δυο φορές και μετά να ψαχουλεύω το μολύβι μου και να αρχίζω να υπογραμμίζω τις φράσεις που αποτελούν αποκορύφωμα στην ανάγνωση. Καταλαβαίνω ότι ίσως αυτό να είναι ιεροσυλία προς το κείμενο, (γιατί όλο το κείμενο συντελεί σε αυτή την αποκορύφωση), ο στόχος όμως είναι να συγκρατήσω τα κομμάτια, που, σύμφωνα με τα μάτια που διαθέτω τη συγκεκριμένη στιγμή, με άγγιξαν περισσότερο.

Την πρώτη φορά που διάβασα το “Απογευματινό τσάϊ” θέλησα, κατά τη συνήθειά μου, να πάρω ένα μολύβι και να αρχίσω να υπογραμμίζω. Όμως στη δεύτερη ανάγνωση είδα πως δεν θα μπορούσα να αφήσω εκτός ούτε μια λέξη. Γιατί, “Η τελειότητα επιτυγχάνεται όχι όταν δεν υπάρχει τίποτα να προσθέσεις, αλλά όταν δεν υπάρχει τίποτα να αφαιρέσεις” κατά τον Μικρό Πρίγκιπα του Εξυπερύ (και με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη)

Το ποίημα ακολουθεί ένα καταπληκτικό κομμάτι, σε μουσική Μ. Λοΐζου και στίχους Λ. Παπαδόπουλου, που κάποιος στο διαδύκτιο το συνδύασε πετυχημένα με ένα απόσπασμα αυτού του ποιήματος.

Απογευματινό τσάϊ

Αλλά γιατί με κατηγορούν για σκοτεινές προθέσεις.
Ίσως
γιατί στέκομαι πάντα κάτω απο μια μαρκίζα, αλλά δε
βλέπουν ότι μια ζωή δεν αρκεί όταν αρχίζει να βρέχει.
Κι αλήθεια τι θα συμβεί ΑΥΡΙΟ; Τι συνέβει χτές;
Πράξεις χωρίς καμιά σημασία που κάνουν ακόμα πιο βαθύ το μυστήριο
κι οι νεκροί μας φεύγοντας άφησαν στην είσοδο αυτή την ακαθόριστη
ελπίδα
που κάνει πιο αβέβαιο τον κόσμο. Όλα τόσο θολά, σαν
μια συνομιλία σ’ έναν πολυθόρυβο δρόμο
“μα δεν ακούς, λοιπόν – δεν ακούς; “ν’ ακούσω τί;”
μια θλίψη παράξενη σαν κάποιος που έμαθε το μυστικό σου
ν’ απομακρύνεται αδιάφορος
κι άλλοτε είδα ανθρώπους πάνω στις έρημες αποβάθρες
να χειρονομούν απεγνωσμένα – ποιόν ειδοποιούσαν; Τι ήθελαν να πουν;
Aπ’ όλα μπορείς να σωθείς
εκτός απ’ την νοσταλγία σου για κάτι πολύ μακρινό
που δεν το θυμάσαι.
Έτσι, παρ’ όλο που το σπίτι ήταν άδειο,
κανείς δεν ερχόταν,
«αλήθεια, πόσος καιρός πέρασε», σκεφτόμουν
και θα πεθάνουμε ολομόναχοι —
κι εκείνο το μικρό καράβι που μας χάρισαν σε κάποια παιδικά γενέθλια
μας πήγε μακριά.
(Πότε γυρίσαμε χωρίς να το καταλάβουμε!)
Τώρα περιπλανιέμαι σε βράδια που δε θα ξανάρθουν ποτέ ή μένω
κλεισμένος στην κάμαρα μου — μόνο,
για το Θεό, μην τραβήξετε την κουρτίνα
είναι ανατριχιαστικό!

«Μια μέρα θα ξαναγυρίσουμε, είχε πει ο Φίλιππος,
αλλά θα ’ναι αργά»
και σκέφτηκα τα φαντάσματα που εμφανίζονται όταν όλα έχουν τελειώσει
(κι ίσως για να κρύψουν ακριβώς αυτό).
Άλλα τώρα χειμώνιασε, ας κατεβούμε στην κήπο κι ας θάψουμε τα παλιά χειρόγραφα.
Και κάποτε θα τρομάξεις
όταν καταλάβεις ποιος είσαι.

Κι οι εραστές υστέρα από μια νύχτα απερίγραπτη
ξυπνάνε σ’ ένα φτωχό πρωινό του Νοέμβρη
ενώ η βρύση στο νιπτήρα στάζει αργά σαν υπόμνηση
της μονότονης διαδοχής των ήμερων.
Και πεθαίνουμε στερημένοι σ’ έναν παράδεισο από λέξεις.

Κι άξαφνα
έρχεται η στιγμή που πρέπει να επιστρέψεις, βράδιασε,
στη σάλα έχουν ανάψει τα φώτα – στάθηκα στο διάδρομο,
είχα ένα σπουδαίο άλλοθι, αλλά το ξεχνούσα
την κρίσιμη στιγμή – με κατηγορούσαν ότι συναντούσα, λέει,
κρυφά τις σκιές του παλιού σχολείου
ναι, δεν το αρνούμαι, όμως χυνόταν μόνο το δικό μου
αίμα
κι ύστερα τα θλιβερά απογεύματα στέκομαι συνήθως έξω
από κάποιο ορφανοτροφείο
κι απορούσα μάλιστα που στα άσυλα μοιράζουν πάντα
τόσο νωρίς το δείπνο,
ίσως γιατί το σούρουπο είναι μια δύσκολη ώρα
και καλύτερα να’ χει κανείς αλλού το νού του. Εξάλλου,
εγώ έχω το άπειρο, τι να τις κάνω τις γνωριμίες.

Γι’ αυτό κιόλας μ’ αρέσει να χαιρετώ τα πλοία που φεύγουν
για τον Άγιο Δομίνικο
ή έφτιαχνα πύργους με παμπάλαιες εφημερίδες που ’γραφαν
για μια χαμένη εξέγερση — ποιος τη θυμάται;
κι αυτό το μυστικό που περίμενα χρόνια: κάποιος, λέει, θα με πλησίαζε
και θα μου το ’λεγε ξαφνικά —
έτσι δεν πρόσεξα τίποτ’ άλλο στον κόσμο. Κι εσύ, καλέ μου φίλε, μόλις πεθάνω
θα σου γράψω με ειλικρίνεια, θα σου πω για τον άνθρωπο που μ’ έφτυσε
για το κονιάκ που μου λείπει, για τα πουλιά το πρωί που με ξαναγυρίζουν
στο σπίτι τού παππού.

Κι η Τερέζα κάθε φορά που πίναμε τσάϊ και μου επέστρεφε το φλιτζάνι,
το χέρι της ήταν ωχρό
απ’ το μακρύ ταξίδι — που είχε πάει και πότε θα γυρίσουν οι νεκροί
«δε σέβεστε λοιπόν ούτε το άπειρο;» τραύλισα,
γι’ αυτό ετοιμάζω τις αποσκευές μου αλλά δεν απομακρύνομαι —
αφού για να γνωρίσεις τον κόσμο αρκεί
εν’ ανεξήγητο όνειρο.

Τότε το εκκρεμές άρχισε να χτυπάει κι ακούστηκε η ώρα του αναπότρεπτου
έτρεξα να τους προλάβω στη σκάλα, «κανείς δεν πέθανε, τους λέω,
μα όλοι είναι σιωπηλοί μάρτυρες γι’ ΑΥΡΙΟ»
ενώ την ίδια στιγμή «κάπως έτσι θα ’ναι η τιμωρία», σκεφτόμουν —
όπως και τα παιδικά μας χρόνια την ώρα του θανάτου μας
θα ‘ναι εκεί και θα μας περιμένουν.

Και συχνά τις νύχτες ανέβηκα στις γέφυρες των σταθμών
και κοίταξα τα φωτισμένα τραίνα να χάνονται πέρα στο πουθενά.
Ώ εποχή μου, όλα ειπώθηκαν και μόνο το φθινόπωρο συνεχίζει το αιώνιο
παράπονο του.
‘Ωσπου σιγά σιγά το παρελθόν γίνεται όλο και περισσότερο
αίνιγμα
και το φως της μέρας δεν έχει επιείκεια γι’ αυτούς που
ενδίδουν
κι ύστερα είναι κι εκείνο το επικίνδυνο άστρο μιας
αναγνώρισης που άργησε
οι φίλοι που πέθαναν, οι άλλοι που χάθηκαν κυνηγώντας
κάτι άπιαστο
λέξεις συμπόνιας που κάνουν τον κόσμο ακόμα πιο τρωτό
κι αυτή η αίσθηση ότι όλα όσα ζήσαμε ήταν λάθος κι ότι
από αύριο ίσως αρχίσει η αληθινή μας ζωή.
Ποιόν θέλουμε να ξεγελάσουμε ή ποιός μας εμπαίζει ;
Kαι καμιά φορά τη νύχτα μια κραυγή που ζητάει
βοήθεια ακούγεται απ’ το παρελθόν – ακριβώς γιατί
ποτέ δεν το ζήσαμε
ή μας βασανίζουν αναμνήσεις απο γεγονότα που δε  συνέβησαν ποτέ —
αλλά ποιός είναι βέβαιος για το τι συνέβει ;
Eξάλλου η κάμαρά μου μοιάζει με όλες τις κάμαρες της γής,
θέλω να πώ πόσο στο βάθος είμαστε άδικοι ή ξένοι.

Ω, που έζησα μια ζωή συγκεχυμένη, ακαθόριστη σαν
ένα όνειρο που το ξεχνάς το πρωΐ και μετά το ξαναθυμάσαι,
μέχρι που δεν ξέρεις αν ήταν όνειρο ή το ίδιο πεπρωμένο.
Και είδα τ’ ανοιχτά παράθυρα σα μεγάλα βιβλία της ερημιάς
όπου διάβασα το ποτέ και το τίποτα.
Κι έπρεπε εγώ απ’ αυτό το ποτέ και το τίποτα
να φτιάξω μια ποιήση για πάντα.

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014


Η αγάπη δεν πρέπει να εκλιπαρεί, μήτε να απαιτεί...
Η αγάπη πρέπει να έχει τη δύναμη να γίνει βεβαιότητα.
Τότε παύει να έλκεται...και αρχίζει να ελκύει.

Έρμαν Έσσε

Κυριακή 18 Μαΐου 2014


Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έχει αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή για λόγους υγείας: καρκίνος στους λεμφαδένες.  Η κατάστασή του μοιάζει να επιδεινώνεται μέρα με τη μέρα. Η αποχαιρετιστήρια επιστολή που ακολουθεί εστάλη από τον συγγραφέα στους φίλους του 

"Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ.

 Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν.

Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!

 Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου.

  Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος.  Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρια μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ' αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...

Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.

Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη. Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά. Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα.

Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.

Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις απ' την πόρτα, θα σ' αγκάλιαζα και θα σου 'δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ' έβλεπα, θα έλεγα "σ' αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. 

Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μάς δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα 'θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.

Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν' το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις "συγνώμη", "συγχώρεσέ με", "σε παρακαλώ", "ευχαριστώ" κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.

Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα."



Τρίτη 29 Απριλίου 2014




Για ένα υπέροχο απόγευμα!!



Να ζεις ν' αγαπάς και να μαθαίνεις 
Leo Buscaglia (απόσπασμα)


«Τι κρίμα για σένα, αν πιστεύεις ότι υπάρχει μόνο ό,τι μπορεί να μετρηθεί στατιστικά. Πραγματικά σε λυπάμαι αν διευθύνει τη ζωή σου μόνο αυτό που μπορεί να μετρηθεί, γιατί εμένα με κεντρίζει το απροσμέτρητο. Με κεντρίζουν τα όνειρα, όχι μόνο αυτό που είναι μπροστά μου. Δε δίνω δεκάρα γι’ αυτό που βρίσκεται μπροστά μου. Αυτό το βλέπω. Αν θες να περάσεις τη ζωή σου μετρώντας το, είναι δικαίωμά σου, εμένα όμως με ενδιαφέρει αυτό που βρίσκεται πιο έξω. Υπάρχουν τόσα που δε βλέπουμε, δεν πιάνουμε, δε νιώθουμε, δεν καταλαβαίνουμε. 
Υποθέτουμε πως η πραγματικότητα είναι αυτό το κουτί που μας βάλανε μέσα, κι όμως σας βεβαιώνω πως δεν είναι έτσι. Ανοίξτε την πόρτα κάποτε και κοιτάξτε τι υπάρχει έξω. Το όνειρο του σήμερα θα είναι η πραγματικότητα του αύριο. Κι όμως έχουμε ξεχάσει να ονειρευόμαστε».
«Κατ’ αρχήν πιστεύω ότι το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου που αγαπάει είναι ότι αγαπάει τον εαυτό του. […] Δε μιλάω για το χάιδεμα του εγώ μας. […] Μιλάω για τον άνθρωπο που συνειδητοποιεί, ότι δεν μπορείς να δώσεις παρά αυτό που έχεις και γι’ αυτό καλά θα κάνεις να προσπαθήσεις όσο μπορείς ν’ αποχτήσεις κάτι. Θέλεις να είσαι ο πιο μορφωμένος, ο πιο λαμπερός, ο πιο ενδιαφέρων, ο πιο πολυτάλαντος, ο πιο δημιουργικός άνθρωπος του κόσμου, γιατί έτσι θα μπορέσεις να τα δώσεις όλα αυτά. Ο μοναδικός λόγος που έχεις κάτι είναι για να το δίνεις».«Θεωρούμε το «εγώ» μας σαν κάτι ουσιαστικό, τον εαυτό που κατασκευάσαμε. Θα σας πω όμως μια αλήθεια, δεν τον κατασκευάσατεεσείς αυτό τον εαυτό. Άλλοι τον έφτιαξαν. Οι άλλοι σας είπαν ποιος πρέπει να είστε και ποιος όχι, πώς πρέπει να κινείστε, να μυρίζετε και να κάνετε τα περισσότερα πράγματα που κάνετε. […] Βγες από τον εαυτό σου και άφησέ τον εκεί. […] Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπουν μέσα σου τα νέα μηνύματα. Ο εαυτός κατασκευάζει τεράστια τείχη γύρω του για «αυτο»προστασία. Αυτά τα τείχη τα ονομάζει πραγματικότητα. Ο,τιδήποτε δεν ταιριάζει μ’ αυτό που ο περιτειχισμένος εαυτός θεωρεί πραγματικό, δεν αφήνεται να περάσει από το τείχος∙ έτσι, όταν πια φτάνει μέσα η νέα αντίληψη, έχει γίνει αυτό που ήθελε από την αρχή. Έτσι οι περισσότεροι από μας περνάμε τη ζωή μας βλέποντας μόνον ό,τι θέλουμε να δούμε, ακούγοντας μόνον ό,τι θέλουμε να ακούσουμε, μυρίζοντας ό,τι θέλουμε να μυρίσουμε, ενώ όλα τα υπόλοιπα παραμένουν απολύτως αόρατα. Όλα τα πράγματα βρίσκονται εδώ. Για να δούμε, το μόνο που χρειάζεται είναι να τα αφήσουμε να μπουν, να τα αγγίξουμε, να τα γευτούμε, να τα δαγκώσουμε, να τα αγκαλιάσουμε (το πιο ευχάριστο), να τα ζήσουμε όπως είναι –όχι όπως είμαστε εμείς».
 «Το αντίθετο της αγάπης δεν είναι το μίσος, αλλά η απάθεια».
«Αν είχα να διαλέξω ανάμεσα στον πόνο και στο τίποτα, θα διάλεγα τον πόνο».
«Υπάρχουμε εμείς, ο εαυτός μας και πάνω σ’ αυτό τον εαυτό συσσωρεύουμε χιλιάδες και χιλιάδες πράγματα που μπορεί να μην είναι ο εαυτός μας, μα που να ανήκουν μάλλον στην οικογένειά μας, την κουλτούρα μας, τους φίλους και ούτω καθεξής. Τα παίρνουμε μαζί μας και τότε αυτά γίνονται εμείς και είμαστε ικανοί να πεθάνουμε για να υπερασπίσουμε αυτό το «εμείς» και καταφεύγουμε στην απάθεια για να αποφύγουμε τις προκλήσεις του νέου εαυτού.
Δημιουργούμε επίσης μοντέλα τελειότητας. Περνάμε τη ζωή μας προσπαθώντας να κάνουμε τον έξω κόσμο να ταιριάσει μ’ αυτό που νομίζουμε εμείς σαν τέλειο».
«Είμαστε ήδη τέλειοι. Ο κόσμος είναι ήδη τέλειος. Προσπαθούμε να επέμβουμε σ’ αυτή την τελειότητα κι από κει πηγάζουν όλα τα προβλήματά μας. Τι θαυμάσιο που θα ήταν, αν μπορούσαμε να δεχτούμε το γεγονός ότι είμαστε ο τέλειος εαυτός μας. […] Μόνο εσύ μπορείς να ξέρεις ποιος είναι ο τέλειος εαυτός σου. Είσαι όμως ο τέλειος εαυτός σου και είναι ο μοναδικός τέλειος εαυτός σου που θα περάσει έτσι στην ιστορία του κόσμου! Ίσως οι άλλοι να προσπαθήσουν να τον κάνουν ατελή […]».


Ιδανικός κι ανάξιος εραστής 

Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής 
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων, 
και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές, 
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων. 

Για το Μαδράς τη Σιγκαπούρ τ' Αλγέρι και το Σφαξ 
θ' αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία, 
κι εγώ σκυφτός σ' ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς, 
θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία. 

Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ, 
οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα 'χω πια ξεχάσει, 
κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ' όποιον ρωτά: 
"Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει" 

Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί 
και λόγο ως ένας δικαστής στυγνός θα μου ζητήσει, 
κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί, 
θα σημαδέψει κι άφοβα το φταίχτη θα χτυπήσει. 

Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ 
σε κάποια θάλασσα βαθειά στις μακρινές Ινδίες, 
θα 'χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ 
και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.

Νίκος Καββαδίας
Προσωπικό

Επειδή η ζωή μας μοιάζει να φυραίνει
μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή 
δεν αξίζει τον κόπο.

Επειδή σ' αγάπησα και σ' αγαπώ ακόμη
κι ας μην είναι όπως παλιά,
δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,
κουράστηκε ίσως, σαν καθετί που ανασαίνει.

Επειδή περνάς δύσκολες μέρες
σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς 
που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω 
τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,
δε θα πει πως δεν έχουμε 
μοίρα στον ήλιο, έχουμε 
τη δική μας μοίρα.

Επειδή πότε είσαι άνθρωπος 
και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας 
ψωμάκια μικρά της αποδημίας
κι ελπίζουνε τα παιδιά μας 
σε καλύτερες μέρες.

Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι 
και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι 
για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,
μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,
αν αλλάζαμε θα 'μαστε πάλι 
δυο άγνωστοι και θ' αρχίζαμε 
απ' το άλφα.

Τώρα ξέρουμε πού πονάς
πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,
διακοπή αίματος και κρυώνουν 
τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό 
να φορτίσει πάλι τα μέλη 
με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.

Επειδή είναι δύσκολο ν' αγαπάς
και δυσκολότερο ν' αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο 
για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά 
και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη 
κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές 
και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά 
και καμένα, θέλοντας ο καθένας 
να 'ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο 
και πηγή, κατά τις περιστάσεις 
ή και όλα μαζί στην ανάγκη,
δε θα πει πως εγώ δε μπορώ 
να γίνω κάτι απ' όλα αυτά ή και όλα μαζί,
κι αν είναι να περάσω 
μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.

Μιχάλης Γκανάς

Κυριακή 6 Απριλίου 2014

Ο άνθρωπός μου...


Είναι αυτός που σ΄ ακούει, σε καταλαβαίνει, σε νιώθει και σ' αγαπά γι αυτό που είσαι και μόνο! Είναι αυτός που κάνει την ζωή σου όμορφη και πιστεύει σε σένα... Αυτός που αγαπώ και με γαληνεύει... Αυτός που μ΄έχει παρασύρει σε ακυβέρνητες πολιτείες...Αυτός που ξύπνησε αυτό το συναίσθημα από μέσα μου που δεν πίστευα πως υπήρχε...αυτός που μπόρεσε να με κάνει να πω αυτές τις δυο μικρές λεξούλες και να απελευθερωθώ... 
Ο άνθρωπός μου... 





"Για κάποιον όμως λόγο, δεν ήθελα η πίστη να μου φορεθεί, αλλά να μου προκύψει. Δεν ήθελα να παρασυρθώ ούτε από τα λογικά επιχείρημα υπέρ αυτής ούτε από την αρετή των πιστών. Δεν χρειαζόμουν ούτε αποδείξεις ούτε έμμεσα συμπεράσματα... 
Ήθελα να τη βρω καθαρή μέσα μου... Δεν θα έπρεπε η πίστη μου στον Θεό να στηρίζεται στην εμπιστοσύνη μου σε ανθρώπους. 
Έπρεπε να τη βρω καθαρή μέσα μου. 
Έπρεπε να είναι η δική Του φωνή μέσα μου..."

Νικόλαος μητρ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, 
"Αν υπάρχει ζωή θέλω να ζήσω" 


Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014


Με τα ψάθινα σαντάλια μου

περπάτησα λόφους και λόφους.

Έψαχνα για την άνοιξη μα δεν την έβρισκα.

Γυρίζοντας, άγγιξα τυχαία

το μυρωδάτο μπουμπούκι της δαμασκηνιάς

κι εκεί, στην άκρη του κλαριού,

βρήκα ολάκερη την άνοιξη.



ΑΓΝΩΣΤΟΥ - 13ος - 14ος αιώνας μ.Χ. 



Έρχονται ώρες, που ξαφνικά σε πλημμυρίζει ολάκαιρο

η νοσταλγία του ανέκφραστου-σαν τη θολή, αόριστη

ανάμνηση απ' τη γεύση ενός καρπού,

πούφαγες κάποτε, πριν χρόνια, σαν ήσουνα παιδί,

μιά μέρα μακρινή,λιόλουστη-και θέλεις να τη θυμηθής

κι όλο ξεφεύγει. Τα μάτια σου

γεμίζουν τότε απόνα θάμπος χαμένων παιδικών καιρών.

Ή ίσως κι από δάκρυα.



Γι' αυτό, σας λέω, πιστεύετε πάντοτε έναν άνθρωπο που

κλαίει.

Είναι η στιγμή που σας απλώνει το χέρι του,

φιμωμένο και γιγάντιο,

Εκείνο που ποτέ δε θα ειπωθεί.
Τ. Λειβαδίτης


Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

"...Ἀνάμεσα στὴν ἰσημερία τῆς ἄνοιξης 
καὶ τὴν ἰσημερία τοῦ φθινοπώρου
ἐδῶ εἶναι τὰ τρεχάμενα νερὰ ἐδῶ εἶναι ὁ κῆπος
ἐδῶ βουίζουν οἱ μέλισσες μὲς στὰ κλωνάρια
καὶ κουδουνίζουνε στ᾿ αὐτιὰ ἑνὸς βρέφους
καὶ ὁ ἥλιος νά! καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ παραδείσου
ἕνας μεγάλος ἥλιος πιὸ μεγάλος ἀπ᾿ τὸ φῶς."

"Πρωί", Γ. Σεφέρης

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Απλά πράγματα...

Αρκεί ένα απλό "καλημέρα", για να ομορφύνεις την ημέρα του διπλανού σου!
Αρκεί ένα απλό χαμόγελό σου,για να του δώσεις κουράγιο! 
Αρκεί ένα δόσιμο του χεριού σου, για να του απαλύνει τον πόνο!
Αρκεί να λάμψει το πρόσωπό σου στην χαρά του, για να την νιώσει περίσσια και αληθινή!
Αρκεί μια προσευχή στην μπόρα για να που διέρχεται, για να του δώσεις φτερά να πετάξει!
Αρκεί με τέτοια απλά πράγματα να του δείξεις πως πάνω απ΄ όλα είσαι χριστιανός!



Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Το τραγούδι για σήμερα...



Όνειρο πάλι έγινες...

Κι όπως όλα τα όνειρα...θα φύγω το πρωί...
 κι όπως όλα τα όνειρα θα ξεχαστώ σε κάποιο ακρογιάλι...
 θα χαθώ σε κάποιο ξεχασμένο γράμμα...
 έτσι είναι τα όνειρα ψυχή μου...
ίσως τελικά εκεί να ανήκω κι εγώ...